- τριημιχοῖνιξ
- τρῐημῐ-χοῖνιξ, ῐκος, ὁ, ἡ,A f.l. for τρἴ ἡμιχοίνικα in Thphr.HP8.4.5.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
τριημιχοίνιξ — οίνικος, ὁ, ἡ, Α ένας και μισός χοῖνιξ*. [ΕΤΥΜΟΛ. < τρίημι «ενάμισυ» + χοῖνιξ «μέτρο χωρητικότητας στερεών»] … Dictionary of Greek
τριημιχοινίκιον — τὸ, Α [τριημιχοῑνιξ, ικος] πιθ. τριημιχοῑνιξ* … Dictionary of Greek